-
1 ἀγροικία
ἀγροικία, ἡ, 1) das Leben auf dem Lande, das Land selbst, Plut. Parall. 24; auch im plur., in agris, ebenda 22 u. öfter Sp., πόλις entgegengesetzt, vgl. Aesop. 91. – 2) bäurisches Wesen, Plat. Gorg. 461 c Phaedr. 269 b; καὶ ἀνελευϑερία Rep. VIII, 560 d; καὶ σκληρότης X, 607 b; Arist. Nicom. 2, 7 setzt εὐτραπελία als Medium zw. ἀγρ. u. βωμολοχία; oft bei Plut. u. Sp.
-
2 σκληρότης
-
3 σκληρότης
4 ἡ τῆς κοιλίης ς. costivity, Hp.Aër.7.II of persons, harshness, austerity,τοῦ δαίμονος Antipho 3.3.4
;σ. καὶ ἀγροικία Pl.R. 607b
, cf. 410d;παράδειγμα σκληρότητος Arist.Po. 1454b14
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > σκληρότης
-
4 εὐ-τραπελία
εὐ-τραπελία, ἡ, das Wesen u. Betragen des εὐτράπελος, Artigkeit, Witz, nach Arist. rhet. 2, 12 ἡ εὐτρ. πεπαιδευμένη ὕβρις ἐστίν; Plat. vrbdt es mit χαριεντισμός, Rep. VIII, 563 a, nach dem gehol. zu dieser Stelle u. Arist. Eth. 2, 7, 13 Eth. magn. 1, 31 ist sie die rechte Mitte zwischen βωμολοχία u. ἀγροικία, ἣ τὸν ἔχοντα παρέχεται δύνασϑαί τι σκῶψαι ἐμμελῶς καὶ ὑπομένειν σκωπτόμενον; auch Sp., wie D. Sic. 15, 6. 20, 63; ἡ περὶ τὰς παιδιὰς καὶ τὰς ὁμιλίας εὐτρ. Plut. Ant. 43. – Im schlimmen Sinne, Ep. Ephes. 5, 4.
См. также в других словарях:
αγροικία — Τo αγροτικό σπίτι. To σπίτι όπου ζει οαγρότης, oγεωργός, oψαράς, ο άνθρωπος που ζει και εργάζεται στην ύπαιθρο γενικά. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί τύποι α. Η μορφή κάθε τύπου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες: από τη γεωγραφική θέση της α., τον… … Dictionary of Greek
αγροικιά — Τo αγροτικό σπίτι. To σπίτι όπου ζει οαγρότης, oγεωργός, oψαράς, ο άνθρωπος που ζει και εργάζεται στην ύπαιθρο γενικά. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολλοί τύποι α. Η μορφή κάθε τύπου εξαρτάται από πολλούς παράγοντες: από τη γεωγραφική θέση της α., τον… … Dictionary of Greek
αγροικία — η 1. το να έχει κανείς κακούς τρόπους: Καθετί που έκανε ή έλεγε είχε τη σφραγίδα της αγροικίας. 2. σπίτι στην εξοχή, στο οποίο διατρέφονται και κατοικίδια ζώα: Το σπίτι που είχαν στην εξοχή δεν ήταν έπαυλη, αλλά αγροικία … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
μετόχιο — και μετόχι, το (ΑΜ μετόχιον, Μ και μετόχιν και μετόχι) κτήμα το οποίο ανήκει στην ιδιοκτησία μοναστηριού, βρίσκεται όμως έξω από την περιοχή του και διοικείται από εντεταλμένο μοναχό αντιπρόσωπο τής μονής, ενώ καλλιεργείται είτε από μοναχούς είτε … Dictionary of Greek
ζευγολατειό — και ζευγολατιό, το (Μ ζευγηλατεῑον και ζευγαλατεῑον) χωράφι καλλιεργήσιμο ή καλλιεργημένο νεοελλ. αγροικία, αγρόκτημα. [ΕΤΥΜΟΛ. Από τον τ. ζευγηλάτης προέρχεται το ζευγηλατείον, από το οποίο δημιουργήθηκε ο τ. ζευγολατ(ε)ιό με συνίζηση ( ειον… … Dictionary of Greek
Δανία — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Δανίας Έκταση: 43.094 τ. χλμ Πληθυσμός: 5.352.815 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Κοπεγχάγη (499.148 κάτ. το 2001)Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στην ιστορική ομάδα των σκανδιναβικών χωρών. Συνορεύει στα Ν με τη Γερμανία, ενώ… … Dictionary of Greek
Σουηδία — Κράτος της Βόρειας Ευρώπης μεταξύ της Φινλανδίας και της Νορβηγίας.H Σουηδία (Konungariket Sverige) είναι η μεγαλύτερη από τις σκανδιναβικές χώρες. Tα σύνορά της, που καθορίστηκαν μόνιμα με το Σύμφωνο της Bιέννης (1815), ορίζονται φυσικά από την… … Dictionary of Greek
Κολούμπια — I (Columbia). Πόλη (116.278 κάτ. το 2000) των ΗΠΑ και πρωτεύουσα της πολιτείας της Νότιας Καρολίνα. Είναι χτισμένη στον ποταμό Κογκαρί και θεωρείται αξιόλογο κέντρο ναυσιπλοΐας, καθώς επίσης σιδηροδρομικός και οδικός κόμβος. Στην Κ. λειτουργούν… … Dictionary of Greek
Νορβηγία — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στη Σκανδιναβία. Συνορεύει Α με τη Σουηδία, ΒΑ με τη Φινλανδία και τη Ρωσία, Β βρέχεται από τη θάλασσα Μπάρεντς και Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.H Ν. (της οποίας η ονομασία, Nόργκε ή Nοργκ σημαίνει δρόμος του βορρά),… … Dictionary of Greek
γεωργία — Τεχνική με την οποία καλλιεργούμε φυτά διατροφής και βιομηχανικά, χρήσιμα στον άνθρωπο, αλλά και ζωοτροφές για την κτηνοτροφία. Η γ. αποτελεί τμήμα της γεωπονίας, η οποία περιλαμβάνει όχι μόνο τις δραστηριότητες των γεωργών, αλλά και τις… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Αρχανών — Στον κάμπο που βρίσκεται νότια της Kνωσού, πάνω από τον οποίο δεσπόζει το βουνό Γιούχτας, βρίσκεται μια από τις πιο πλούσιες αρχαιολογικά περιοχές της Kρήτης. Tόσο το μινωικό ανάκτορο, του οποίου η ανασκαφή συνεχίζεται στο κέντρο του σημερινού… … Dictionary of Greek